Τρίτη 12 Ιουλίου 2011

καλοσωρίζουμε το βιβλίο του Ν. Ξένιου ΤΟ ΑΧΤΙ


Την Πέμπτη 14 Ιουλίου, στις 9,00μ.μ, στο Bar Beduin (Ελασιδών 20 και Δεκελέων, Γκάζι), οι εκδόσεις ΦΑΡΦΟΥΛΑΣ και οι συντελεστές του βιβλίου καλοσωρίσαμε το νέο βιβλίο του Νίκου Ξένιου ΤΟ ΑΧΤΙ. Ευχαριστούμε θερμά όλες τις φίλες και τους φίλους που μας τίμησαν με την παρουσία τους.


Για να βγάλουν το «Αχτι» τους
Μελαγχολικές ιστορίες καθημερινής τρέλας και ήττας αφηγείται ο Νίκος Ξένιος στο πρώτο του βιβλίο
Της Λαμπρινής Κουζέλη από το Βήμα on Line


Μια φιλόλογος σε δημόσιο λύκειο της Θήβας που βαριέται τη ζωή και τη δουλειά της, μια οικογένεια αρμένιων λαθρομεταναστών με ονόματα σαιξπηρικών ηρώων, μια εβραία που σταματά να ζει την ημέρα που πεθαίνει ο Έλβις, ένας μεσήλικος πόντιος βιοπαλαιστής με λατρεία για τη γυναίκα του παράξενα συγκινητική κυκλοφορούν στις σελίδες της συλλογής διηγημάτων το «Αχτι» (Εκδόσεις Φαρφουλάς, σελ. 160, τιμή 12 ευρώ) του Νίκου Ξένιου. Πρόκειται για το πρώτο βιβλίο του 49χρονου συγγραφέα, μια συλλογή 16 ιστοριών που παρουσιάζουν όψεις της σύγχρονης ζωής και της σύγχρονης αγωνίας.

Εκείνο που εντυπωσιάζει στην πρώτη ανάγνωση είναι η ωριμότητα της γραφής του. Ο λόγος του είναι σφικτός, η γλώσσα του αποκαθαρμένη από το περιττό, οι διάλογοι ζωντανοί, τα σκηνικά του περιγράφονται με ενάργεια, οι κόσμοι και οι χαρακτήρες που κατασκευάζει λειτουργούν δραματουργικά, η πρωτοπρόσωπη αφήγηση του ταιριάζει εξίσου καλά με την τριτοπρόσωπη. Ίσως η εξήγηση είναι ότι ο συγγραφέας ασκείται στη γραφή από τα δεκαεννιά του, όπως είπε στο «Βήμα».

Η συλλογή είναι το απόσταγμα 40 διηγημάτων που βρίσκονταν στα συρτάρια του εδώ και χρόνια. Όταν είδε και απόειδε με το «δύστοκο μυθιστόρημα» που τον απασχολεί την τελευταία πενταετία, αποφάσισε, έπειτα και από την παρότρυνση των φίλων του στην Ομάδα Δημιουργικής Γραφής Γομολάστιχα, να εκδώσει μια επιλογή από αυτά. Είχαν προηγηθεί δημοσιεύσεις στον συλλογικό τόμο «Ιστός '95», στην «Αρχαιολογία», στην «Οδό Πανός», στον «Φαρφουλά» και σε άλλα περιοδικά. Από το απόθεμά του άντεξαν στην κρησάρα του μόνο τέσσερα διηγήματα. Μικρή συγκομιδή, που συμπληρώθηκε με 12 νέες ιστορίες που καλύπτουν ένα ευρύ υφολογικό φάσμα από το εξπρεσιονιστικό «Κόκκινο αλάρμ στην Ιωλκό» ως το νατουραλιστικών σκηνών «Πολιτική του καταστήματος» και τον αλληγορικό «Θρίαμβο».

Η απόκλιση και η διαφορετικότητα -στη θετική και στην αρνητική εκδοχή τους- αποτελούν κεντρικό συστατικό των περισσότερων ιστοριών: το προικισμένο μεταναστόπουλο που κόντρα σε κάθε προκατάληψη και κάθε πρακτική αντιξοότητα πασχίζει να περάσει στην Ιατρική («Ο πρίγκιπας»), ο κρυφός ομοφυλόφιλος που δεν παραδέχεται την ταυτότητά του και ζει μια μυστική ζωή υποκρινόμενος και εξαπατώντας πίσω από τη βιτρίνα του γάμου και της οικογένειας («Επιπλέον»).

Χώροι εγκλεισμού και εξουσίας, στρατόπεδα, φυλακές, αστυνομικά τμήματα και σχολεία αποτελούν σκηνικά που εξυπηρετούν τις μυθοπλαστικές προθέσεις του συγγραφέα, όπως και ο δρόμος, οι λαϊκές και μικροαστικές γειτονιές της Αθήνας, η κλειστή κάμαρα, το διαδίκτυο, τα απόμερα στέκια των παρακμιακών.

Οι χαρακτήρες του, οικείοι αλλά και ξένοι, είναι οι αντιήρωες της καθημερινής ζωής: άνθρωποι βουβοί, απελπισμένοι, ξεριζωμένοι, μετανάστες, βιοπαλαιστές, αδύναμοι, φοβισμένοι, υποκριτές, ηττημένοι, άνθρωποι που «πεθαίνουν παραμελημένοι μες στο μόχθο». Ζουν σε κοινωνίες όπου δεν τους κατανοούν, σε ετοιμόρροπες σχέσεις που έχουν χάσει το νόημά τους, σε ρήξη με τον εαυτό τους. Περιφέρουν στους δρόμους την ανησυχία, τις εμμονές, τις ψευδαισθήσεις, τις κρυφές επιθυμίες, την ενοχή, τη θλίψη ή την ανία τους.

Μόνοι, με μια υπαρξιακή μοναξιά να τους βαραίνει, κινούνται σαν αόρατοι μέσα στην οχλοβοή της μεγαλούπολης, κλείνονται σε μικρά διαμερίσματα στον Κολωνό, στους Αγίους Αναργύρους, στη Νέα Φιλαδέλφεια, στα Πετράλωνα, στα Χαυτεία. Ο κόσμος γύρω τους είναι σκληρός και ακατανόητος, τα όνειρα εφιαλτικά. Βρίσκουν καταφύγιο από την αδιαφορία, την αναλγησία, την κοινωνική αδικία και τον παραλογισμό της καθημερινότητας στη μνήμη, στη νοσταλγία ή στη φαντασία. Δεν έχουν την παρηγοριά της επιείκειας ή συμπάθειας, δεν προσφέρουν ελπίδα, τα προβλήματά τους δεν έχουν λύση, έρχονται όμως σε ένα αξιόλογο αφηγηματικό πακέτο που δίνει υποσχέσεις ενδιαφέρουσας συνέχειας.


Νίκος Ξένιος: «Θέλω να απομυθοποιήσω τα πάντα εκτός από την εκπαίδευση»
Η μελαγχολικά σαρκαστική διάθεση που δίνει τον τόνο στις ιστορίες του απορρέει, όπως λέει στο «Βήμα» ο συγγραφέας, από την επιθυμία «να απομυθοποιήσω όλα τα πράγματα που είχα πολύ ψηλά: την πολιτική ζωή, την κουλτούρα, την τρόπο που οι άνθρωποι διεκδικούν τα δικαιώματά τους, όλα εκτός από την εκπαίδευση».

Φιλόλογος, εργαζόμενος στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση 20 χρόνια, ομολογεί ότι είναι δύσκολο βρει κανείς επαινετικά λόγια για το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα ως θεσμό και τους εκπαιδευτικούς που λουφάρουν, όπως η αδιάφορη φιλόλογος στο διήγημα που δίνει τον τίτλο της συλλογής: «Πρώτη ώρα, Ιλιάδα. Το κείμενο γεμάτο κρέατα και κοψίφια που ψήνονται στο στρατόπεδο των Αχαιών. Η τσίκνα βγαίνει από το κείμενο κι απλώνεται στην τάξη. Στα μπροστινά θρανία χεράκια υπερκινητικά, στα πίσω όμως απόλυτος λήθαργος. Λοβοτομή. Μηδέν αντίδραση. Δυο ζευγάρια ηλίθια μάτια με κοιτούν κι εγώ χτυπώ το νύχι στο θρανίο: "Πού είσαι παιδί μου;"».

Σε αντίθεση με πολλούς συναδέλφους του όμως, μιλάει με πολύ ενθουσιασμό για τη νέα γενιά, που θεωρεί ότι αδικείται: «Είναι παιδιά σκεπτόμενα και προβληματισμένα, με αμεσότητα και υψηλό βαθμό πρόσληψης». Τους λείπουν όμως τα πνευματικά πρότυπα.

Με αντίστοιχο ενθουσιασμό μάς μίλησε για τα παιδιά μεταναστών, που τη ζωή τους παρουσιάζει με ενάργεια στο διήγημα «Ο πρίγκιπας»: «Όταν το σχολείο λειτουργεί ως αγκαλιά θερμή που τα περιθάλπει, τα παιδιά αυτά δείχνουν ενδιαφέρον, θέλουν να γίνουν Έλληνες, με την έννοια της κουλτούρας», υποστηρίζει. Στον δρόμο τα παιδιά αυτά ζουν μια δεύτερη ζωή. Στα δέκα χρόνια που εργάστηκε στο Διαπολιτισμικό Λύκειο δεν γνώρισε ούτε ένα παιδί που να έχει και τους δύο γονείς και να μεγαλώνει σε πλήρη πυρηνική οικογένεια. Ο ένας από τους δύο έλειπε διότι είχε πεθάνει ή γιατί ήταν στη φυλακή ή γιατί αδιαφορούσε, και το παιδί μεγάλωνε στο δωμάτιο κάποιου ξενοδοχείου.

Στο διήγημά του «Η κορνίζα», ένας πελάτης καφενείου στην πλατεία Εξαρχείων ξυλοκοπείται μέρα μεσημέρι από κάποιους χωρίς λόγο και αφορμή. Μια καθημερινότητα στην οποία τα σουρεαλιστικά στοιχεία πυκνώνουν και μόνη μας άμυνα μένει το χιούμορ. «Σαρκάζω για να αντέξω αυτά που συμβαίνουν», λέει ο Ξένιος, «χωρίς χιούμορ μπορεί να τρελαθείς».



ΝΙΚΟΣ ΞΕΝΙΟΣ «Το άχτι» που όλοι κρύβουμε

παρουσίαση του βιβλίου από τον Κώστα Μαρίνο στην Εφ. Μακεδονία (10/07/2011)

Ο αναγνώστης που θα πιάσει στα χέρια του το τομίδιο με τα διηγήματα του Νίκου Ξένιου θα χαρεί καταρχάς την πολύ φροντισμένη έκδοση από τον οίκο Φαρφουλά.
Τίτλος της συλλογής των 16 διηγημάτων, «Το άχτι», και περιεχόμενό τους, μια διαδρομή σε αστικά τοπία εύκολα αναγνωρίσιμα, αλλά και στους ανθρώπους που τα κατοικούν.
Σαν αστραπές μέσα σε αυτούς τους χώρους, εισβάλλουν εικόνες από μικρά χωριά, με τη φύση αδιάφορη γύρω τους - εικόνες μνήμης μακρινής και ποτέ βίωμα στο τώρα. Όμως οι μνήμες των ηρώων του Νίκου Ξένιου είναι πάντα παρούσες και καθορίζουν τη ζωή τους, καταγράφοντας έτσι τη δύσκολη και, όπως σχεδόν πάντα συμβαίνει, ανολοκλήρωτη διαδικασία ενηλικίωσης. Γράφει στο διήγημα, με τίτλο «Ο γιος τού Σωτήρη»:
«Στην οχλοβοή της μεγαλούπολης, ανάμεσα σε ανθρώπους που περιμένουν στη στάση του λεωφορείου, ο γιος τού Σωτήρη κουτσαίνει μέσα στις μνήμες του και σβήνει το παρόν».
Όμως το παρόν υπάρχει, για τους ήρωες και τις ηρωίδες των ιστοριών του Ξένιου, όταν κυκλοφορούν στους αθηναϊκούς δρόμους ή όταν, κλεισμένοι στα διαμερίσματα των ανώνυμων πολυκατοικιών, ανοίγουν τους υπολογιστές, που γίνονται δίοδοι επικοινωνίας, ανολοκλήρωτης όμως και δομημένης σε γλώσσα που δεν εκφράζει συναισθήματα, αλλά είναι μόνο ψηφιακές αστραπές στις οθόνες.

Αίσθημα αγωνίας
Ο Νίκος Ξένιος δεν αρνείται ότι στα διηγήματά του υπάρχουν πολλά αυτοβιογραφικά στοιχεία ή, όπως λέει, «παράμετροι των ηρώων του» είναι και δικές του. Όμως- και ευτυχώς- οι αφηγήσεις του δεν συντίθενται από επεμβάσεις σε σελίδες ημερολογιακές, τις οποίες συχνά συναντάμε σε πολλά βιβλία που κυκλοφορούν. Αφήνει πίσω το προσωπικό στοιχείο και αποκαλύπτει μικρά και μεγαλύτερα συμβάντα, που όλα κρύβουν έναν καημό βουβό, που σπάνια γίνεται κραυγή.
«Απότομα άρχισε να φυσάει και τυλιχτήκαμε όλοι στα παλτά μας. Ξαναέσκυψαν διάφορες γυναίκες, η μια στο αυτί της αλληνής. Στο πρόσωπο της γυναίκας, καθώς περνούσε ανάμεσά τους, δεν φάνηκε η παραμικρή σύσπαση. Η Μάρθα απόρησε, μέσα στο πένθος της. ‘Ποια ήταν αυτή η γυναίκα;’» γράφει στο διήγημα, με τίτλο «Τσοκ γκιουζέλ», όπου διαφαίνεται και το άλλο στοιχείο που διατρέχει τα διηγήματα του Ξένιου στη συλλογή «Το άχτι»: ο ερωτισμός, είτε ο άγουρος των πρώτων εφηβικών χρόνων είτε ο τραυματισμένος και ίσως και ανείπωτος της ωριμότητας.
Όμως υπάρχει και το πλήθος γύρω από τους ήρωες του Ξένιου. Μετανάστες, παράνομοι και όχι, πρόσωπα που ίσως πέρασαν από τη ζωή του όταν δούλεψε ως καθηγητής σε διαπολιτισμικό σχολείο και γνώρισε από κοντά αυτά τα συνήθως βουβά πρόσωπα που όλοι προσπερνάμε, συχνά με φόβο, όταν τα συναντάμε. Αυτά τα πρόσωπα και ο φόβος τού «άλλου» που κατατρέχει κάθε κάτοικο μιας μεγαλούπολης δημιουργούν το απροσδιόριστο και αθεράπευτο αίσθημα της αγωνίας που διακρίνεται σε πολλά διηγήματά του.
«Ακούει τη σειρήνα ενός νοσοκομειακού. Πέφτει πάνω σε μια ομήγυρη μαύρων με ταραγμένες φωνές και καβγάδες. Ανοίγει, παραμερίζοντας τον κόσμο, να δει. Ξαπλωμένος πάνω στις εφημερίδες του, ο δικός του άστεγος σφαδάζει, βγάζει αφρούς από το στόμα», γράφει στο διήγημα «Πολιτική του καταστήματος».

Αποτυχία ενηλικίωσης
Ο Νίκος Ξένιος γεννήθηκε στο Χαρτούμ του Σουδάν. Ήρθε στην Ελλάδα σε ηλικία 7 ετών, έκανε καλές σπουδές, γνώρισε τον κόσμο τού θεάτρου και του κινηματογράφου, όπως φανερώνουν και οι συχνές αναφορές σε χώρους και έργα θεατρικά ή κινηματογραφικά. Ταξίδεψε και επέστρεψε στην Ελλάδα, και δίνει μέσα στις λίγες σελίδες των 16 διηγημάτων του ένα πορτρέτο της χώρας και των κατοίκων της.
Όσο για «το Άχτι», τον τίτλο που έδωσε στο βιβλίο του, λέει πως, παρόλο που τον θεωρεί «κραυγαλέο», τον επέλεξε επίτηδες, για να δηλώσει με αυτόν τον αυτοσαρκαστικό χαρακτήρα τού βιβλίου, «επειδή πραγματικά εκφράζει μια αποτυχία ενηλικίωσης». Και μάλλον αποτυχία ενηλικίωσης μιας κοινωνίας και όχι μόνο ενός ατόμου.

1 σχόλιο:

flamencologio είπε...

Eυχαριστώ για το ολόθερμο καλωσόρισμα!